Του ΣΤΑΘΗ*
Αυτό που θα διαβάσετε σήμερα είναι ένα βίαιο κείμενο που παροτρύνει σε μίσος. Εν πρώτοις, μίσος κατά του φασισμού.
Πόσα εγκλήματα θα έπρεπε να έχουν κάνει οι ναζί στην Ελλάδα, πόσα Καλάβρυτα και Δίστομα θα έπρεπε να έχουν πυρπολήσει, για να μην ξεπουλάει σήμερα η υποτελής ελληνική κυβέρνηση το Σκοπευτήριο της Καισαριανής;
Εφιστώ σήμερα την προσοχή σε όσους με διαβάσετε, ότι πρόκειται για ένα βίαιο κείμενο που παρακινεί σε μίσος κατά του ρατσισμού.
Πόσο κτήνος μπορεί να ’ναι ένας εκλεγμένος με την ψήφο μας βουλευτής της Δημοκρατίας, για να προπηλακίζει, να βρίζει, να δέρνει και να διαπομπεύει έναν άνθρωπο, όπως έκανε ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής κ. Παναγιώταρος εναντίον ενός βιοπαλαιστή, Σκοπιανού φορτηγατζή. Πόσο γομάρι και τζάμπα μάγκας μπορεί να ’ναι ο παλιάνθρωπος που κόλλαγε στο μέτωπο του φορτηγατζή το ψευδεπίγραφο «Μ» ενός ψευδώνυμου κράτους, λες κι έφταιγε ο βιοπαλαιστής για τη διεθνή ίντριγκα που παίζεται γύρω απ’ το πρόβλημα της ονομασίας των Σκοπίων.
Δεν έχει παιδιά αυτός ο φορτηγατζής; δεν έχει ψυχή; δεν έχει αξιοπρέπεια; Μπορεί όσο βρίσκεται σε ελληνικό έδαφος να πέφτει θύμα του κάθε πίθηκα τραμπούκου, που έχει αναλάβει αυτόκλητος να μάθει την Ιστορία τα δικά του ανορθόγραφα γράμματα;
Αλλά έτσι είναι οι δειλοί, όπως το είδος του κ. Παναγιώταρου, κορδώνονται, κορδακίζονται και κορυβαντιούν μπροστά στους ανυπεράσπιστους, αλλά τρέμουν σαν σκουλήκια μπροστά στους Δυνατούς, τους φύρερ αυτού του κόσμου, τους εφοπλιστές, τους τραπεζίτες, τη συμμορία της Μέρκελ και τα λοιπά αγλαΐσματα ενός συστήματος που έχει κάνει τη δυστυχία των ανθρώπων απότοκο και συνέπεια της λειτουργίας του. Οταν δεν είναι αυτοσκοπός.
Το κείμενο αυτό, σας το προείπα αλλά και πάλι σας προειδοποιώ, είναι βίαιο, προτρέπει, παροτρύνει και παρακινεί σε ένα νηφάλιο μίσος, ψύχραιμο και καλά οργανωμένο εναντίον του γεγονότος ότι οι τράπεζες αυξάνουν τα κέρδη τους, αλλά τα νοσοκομεία κλείνουν.
Εναντίον της πολύ καθωσπρέπει κι ευγενικά διατυπωμένης άποψης Προβόπουλου ότι καλό θα είναι να ψάξουμε για καμιά ιδιωτική ασφάλιση, διότι τις κρατικές συντάξεις (με τα δικά μας λεφτά) τις φάγανε.
Τις έφαγε ο κ. Σημίτης, όταν έσπρωξε τα Ταμεία να παίξουν στο χρηματιστήριο (για να τους λέει ύστερα «ας προσέχατε»), όταν τους φάγανε τα αποθεματικά με τα δομημένα ομόλογα, κι όταν τα αποτελείωσε, τώρα, με το κούρεμα ο κ. Βενιζέλος.
Νιώθω λοιπόν στο πετσί σας (μας) τη βία της άνεσης Προβόπουλου, όταν σας προτείνει απ’ τα λίγα ευρώ που (δεν) σας μένουν να πληρώσετε μια ιδιωτική εταιρεία για να σας ασφαλίσει (ώσπου να φαλίρει) - και μετά πάλι ξεκρέμαστος εσείς, όπως αρμόζει σε κάθε «τεμπέλη» και «διεφθαρμένο».
Οι Ελληνες δούλεψαν παρά πολλά χρόνια (πολύ περισσότερες ώρες κάθε μέρα από τους Γερμανούς) και τα κόπια τους λεηλατήθηκαν απ’ τους μιζαδόρους, τα λαμόγια και τους διαπλεκόμενους, από ένα κράτος στα χέρια τους, πελατειακό, ληστρικό, θερμοκήπιο για κρατικοδίαιτους, που τώρα πλέον το κατάντησαν υποτελές και πάμφτωχο.
Δεν γίνεται λοιπόν όλοι αυτοί να εξακολουθούν να μας κάνουν χρηστομάθεια, να μας ζητούν θυσίες (για να φάνε κι άλλο), να διαμορφώνουν μια χώρα σε Ειδική Οικονομική Ζώνη, να ’χουν στείλει 2.000.000 ψυχές στην ανεργία κι ύστερα να μας ζητούν να αυτοπαραμυθιαζόμαστε ότι πάμε καλύτερα, ότι το success story θα έχει κάποτε, σε τρία τέρμινα ή του Αγίου Ραγιά, χάπυ εντ!
Δεν πάει να λέει ο ΟΟΣΑ ότι η ύφεση συνεχίζεται και βαθαίνει. Οχι, λέει ο κ. Στουρνάρας. Ο Σημιτάνθρωπος που κάποτε νόθευε τους αριθμούς με «δημιουργική λογιστική» και τώρα δεν τους «πιστεύει», αν δεν είναι της δικής του αριθμητικής. Του ένα συν ένα ίσον τα πουλάω όλα ένα τάληρο.
Κι αυτό, το τάληρο, το δίνω για να αποπληρωθεί «το μεγαλύτερο δάνειο που έχει εκδοθεί απ’ την εποχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας». Τις ίδιες μπούρδες με την ίδια αυταρέσκεια έλεγε κι ο Γιωργάκης, όταν μιλούσε κι αυτός για το «μεγαλύτερο δάνειο όλων των εποχών».
Δάνειο είναι όμως και θα το πληρώνουν τα μεγαλύτερα κορόιδα «όλων των εποχών», εμείς! Μάλιστα στον αιώνα τον άπαντα. Και θα το πληρώνουν εκείνοι που ούτε τους μισθούς του κ. Στουρνάρα ή του κ. Προβόπουλου λαμβάνουν, ούτε παίρνουν μπόνους για το πιστωτικό σύστημα που έχουν επιβάλει, ούτε για το φορολογικό όργιο που έχουν επινοήσει, όπως ο απίθανος αυτός Θεοχάρης που θα φορολογήσει όσους αγρούς τρέφουν, χέρσοι, κουνάβια.
Ναι, πρόκειται για ένα βίαιο κείμενο εναντίον του μείγματος των πονηρών τε και ηλίθιων που μας έχουν φλομώσει στο ψέμα. Και στο κλέψιμο.
Μας έκλεψαν τους μισθούς, μας έκλεψαν τις συντάξεις, μας έκλεψαν τη δουλειά, την αξιοπρέπεια, κυνηγάνε να βουτήξουν τα σπίτια μας, έχουν μαραζώσει τη νεολαία, έχουν ατιμάσει τους γέροντες, σπρώξανε κόσμο στην αυτοκτονία κι όμως έχουν το θράσος, αυτοί και τα τσιράκια τους από τα ΜΜΕ, να μας τρομοκρατούν με το χειρότερο, να επισείουν πάνω απ’ το κεφάλι μας τη σπάθη του Δαμοκλή, να μας συκοφαντούν τον έναν στον άλλον, να μας διαιρούν και να μας τρώνε τη χαρά της ζωής. Για φράγκα. Απέναντι σε όλους αυτούς το κείμενο αυτό διατρέχεται από ένα κρύο μίσος - κι ας έρθει το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη, όταν γίνει νόμος, να με συλλάβει. Διότι αυτό προβλέπει αυτό το έκτρωμα: Εναν Υπουργό-Φάτσιο, που θα μπορεί να αποφασίζει ποιας σκέψης Ιαβέρης θα γίνει, ποιο κόμμα θα μπορεί αίφνης να βγάλει εκτός νόμου και πώς θα πρέπει να κατευνάζεται η οργή του Παγκόσμιου Εβραϊκού Συνεδρίου, ας πούμε, όχι όταν οι Ισραηλινοί σφάζουν κοσμάκη στην Παλαιστίνη, αλλά όταν ένας οποιοσδήποτε ανεγκέφαλος πιστεύει ότι το Ολοκαύτωμα ήταν ένας συνωστισμός μπροστά στα κρεματόρια.
Αυτό το κείμενο είναι ένα βίαιο κείμενο εναντίον εκείνων που έσπασαν τη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, με τη Χρυσή Αυγή να βρίσκει τώρα δουλειά μόνο σε Ελληνες, αλλά με μισθό Πακιστανού, με τις ΜΚΟ να ενοικιάζουν σε αφεντικά εργάτες με μισθούς μαθητευόμενων, με το κράτος να παράγει σταζιέρ (αίφνης θυμήθηκαν τις... κοινωφελείς εργασίες) και μετανάστες.
Παραβρώμισε το πράγμα. Με φορολογούν οι προστάτες των φοροφυγάδων. Μου έκαναν το Σύνταγμα κουρέλι. Μου φόρτωσαν στον σβέρκο τον κ. Ράιχενμπαχ. Τις ασφαλιστικές μου εισφορές τις έφαγε η Μπούντεσμπανκ. Με βρίζουν κάθε μέρα ότι τους μοιάζω. Πέταξαν δυο-τρεις γενιές Ελλήνων στον Καιάδα. Εχουν γεμίσει θλίψη όλους τους ανθρώπους γύρω μου.
Πλην όμως, αυτή θα ήταν η αναπόφευκτη κατάληξη του μονοκομματικού δικομματισμού που ταλάνισε επί δεκαετίες τη χώρα. Ουδεμία διαφορά (απλώς διαφορετικές αναφορές προς τα δεξιά και τα αριστερά) είχαν η Ν.Δ. με το ΠΑΣΟΚ. Ωσάν κυβέρνηση Σημίτη κυβέρνησε η κυβέρνηση Καραμανλή κι έκαναν την Ελλάδα, όπως επίσης οι κυβερνήσεις Ανδρέα και Μητσοτάκη, το ράκος που είναι σήμερα.
Τόσο ράκος, που είναι αναγκασμένοι να το κυβερνούν μαζί πλέον - και πάντα εν ονόματι άλλων. Των Επικυρίαρχων. Τι σημαίνει αυτό για τον λαό - το ξέρει πλέον ο ίδιος πάρα πολύ καλά. Ως πότε θα συμβαίνει, είναι δική του υπόθεση να αποφασίσει.
Πάντως, όλοι οι πολίτες, γυναίκες και άνδρες, όλοι, ανεξαρτήτως των επιλογών μας, ξέρουμε πολύ καλά τι συμβαίνει. Ολοι, κατά βάθος, γνωρίζουμε...
πηγή:iskra