Του Νίκου Σερβετά, για τα γεγονότα στη Στοκχόλμη
Αν περιμένει κάποιος ότι την παντιέρα της επανάστασης θα την σηκώσουν Σουηδοί, ακόμα κι αν κάποτε στο μέλλον γίνει κάτι τέτοιο, μάλλον δεν θα ζει για να το δει. Οι ρίζες που έχει στο κοινωνικό σύστημα αυτής της χώρας, η σοσιαλδημοκρατική αντίληψη σε συνδυασμό με την κυρίαρχη προτεσταντική ηθική έχουν γαλουχήσει τόσες γενιές που μάλλον χρειάζονται άλλες τόσες για να χαθούν.
Τα γεγονότα των τελευταίων ημερών στη Στοκχόλμη με εμπρησμούς αυτοκινήτων και καταστημάτων είναι μεν εξαίρεση στον κανόνα μιας νομοταγούς κοινωνίας, γίνεται όμως κανόνας στις μικρές κοινότητες που αφέθηκαν στο έλεος του Θεού από ένα κράτος που έβγαλε από το κέντρο του ενδιαφέροντος του τον πολίτη και έβαλε την ανάπτυξη και το κέρδος.
Είναι από τότε που το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα εγκατέλειψε τα κινήματα και το συνδικαλισμό, ασπάστηκε τον «Εκσυγχρονισμό» προέτρεψε τα συνδικάτα να δίνουν εγγυήσεις για τραπεζικά δάνεια ώστε «οι εργάτες να μπορούν να χαρούν όπως και οι ελεύθεροι επαγγελματίες» (σ.σ. από συνέντευξη του τότε υπουργού Οικονομικών Σελ Ούλοφ Φέλντ στον υπογράφοντα) έβαλε στη ζωή των ανθρώπων τις πιστωτικές κάρτες, το χρηματιστήριο, τα μπόνους, άφησε να διαλυθούν οι συνεταιρισμοί και οι ενώσεις. Μέχρι που διαλύθηκαν σχεδόν τα πάντα. Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αργότερα η ανάληψη κυβερνητικών ευθυνών από μετριοπαθείς κυβερνήσεις άλλαξε την ουσία των πραγμάτων.
Άλλες προτεραιότητες
Στο εξωτερικό σουηδικά πρότυπα έγιναν πλέον οι εταιρείες μοντέλα –είναι πολύ περισσότερες απ’ όσες νομίζουμε ότι είναι γνωστές– και με το σωστό και προσεγμένο μάρκετινγκ η εικόνα της χώρας διατηρήθηκε σε πολύ υψηλό επίπεδο. Δεν έχει, όμως, καμία σχέση με το προηγούμενο πρότυπο, το κράτος πρόνοιας, καθώς στο εσωτερικό της χώρας συνεχίζουν, βέβαια, να υπάρχουν κοινωνικά επιδόματα, τα οποία είναι αδιανόητα για άλλες χώρες, αλλά είναι ξεκάθαρο ότι έχει αλλάξει η αντίληψη: στόχος δεν είναι ο άνθρωπος και το υψηλό επίπεδο διαβίωσης. Τώρα στόχος είναι η ελεγχόμενη κατανάλωση, η ύφεση ή ανάπτυξη –ανάλογα τι χρειάζεται– και φυσικά ο έλεγχος του πληθωρισμού καθώς η χώρα έχει ακόμα δικό της νόμισμα.
Είναι από τότε που τα γενναιόδωρα προγράμματα μεταναστευτικής πολιτικής «Προσαρμογή – Ένταξη - Αφομοίωση» που προέβλεπαν μεταξύ άλλων από ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά προγράμματα στη γλώσσα των μεταναστών έως εκμάθηση της μητρικής γλώσσας για να οικοδομηθεί καλύτερα επάνω της η σουηδική άλλαξαν και έγιναν προγράμματα «Παλιννόστησης». Και τώρα που οι βιομηχανικές μονάδες μεταφέρθηκαν στο εξωτερικό και δεν χρειάζονται πλέον ανειδίκευτους εργάτες, οι άνθρωποι αυτοί ζουν ανάμεσα σε δύο πατρίδες: σε μία που δεν τους θέλει και σε μια άλλη που δεν ξέρει τι να τους κάνει.
Θέμα χρόνου
«Η λέσχη ελεύθερου χρόνου στη γειτονιά μου έκλεισε πέρυσι γιατί ο δήμος σταμάτησε τη επιχορήγηση. Στη θέση της άνοιξε υποκατάστημα το μεσιτικό γραφείο μιας τράπεζας» είπε στο περιοδικό ETC Stockholm ο νεαρός Φαχντ Λουιόμπια δεύτερης γενιάς μετανάστης «τώρα γυρνάμε στους δρόμους και έχουμε συνέχεια γύρω μας περιπολικά της αστυνομίας. Ήταν θέμα χρόνου πότε θα γινόταν η έκρηξη». Το σκηνικό είναι γνώριμο, δεν χρειάζεται ιδιαίτερες εξηγήσεις. Αν κάτι χρειάζεται είναι η διευκρίνιση ότι οι γονείς του, έφθασαν στη Στοκχόλμη ως έτοιμο εργατικό δυναμικό. Μπήκαν αμέσως στην παραγωγή χωρίς ιδιαίτερη επένδυση παρήγαγαν κέρδος. Μπορεί, αν ήταν μορφωμένοι ή είχαν κάποιο επιχειρηματικό δαιμόνιο να έγιναν και δίαυλος εξαγωγών της Σουηδίας προς την ιδιαίτερη πατρίδα τους. Με τη δεύτερη γενιά τα πράγματα είναι διαφορετικά, οι καιροί έχουν αλλάξει, όσοι δεν εντάσσονται από τα μαθητικά τους χρόνια, απορρίπτονται. Και για τα παιδιά αυτά δεν υπάρχει άλλη πατρίδα να γυρίσουν. Χώρα τους είναι η Σουηδία. Και εκεί ζουν στο περιθώριο, χωρίς να έχουν βιώσει τι σημαίνει «δικαίωμα και πώς το διεκδικώ». Διότι αυτά είναι απόρροια της σοσιαλδημοκρατίας και του προτεσταντισμού, που επειδή αυτός δεν έχει μάθει, πιάνει την πέτρα και την πετάει στο κεφάλι του καλόκαρδου πυροσβέστη. Αυτού που γράφει στη σελίδα του στο facebook: «Είμαι εκεί για να βοηθήσω, να σώσω το μαγαζί και το αυτοκίνητο τους, γιατί μου πετάνε πέτρες;» και παίρνει 31.000 like μέσα σε μία μέρα.
Στο ίδιο δημοσίευμα, του ETC, ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Λινσέπινγκ, ειδικός σε θέματα εθνοτήτων, Στέφαν Γιούνσον, είναι απολύτως σαφής και ξεκάθαρος: «Όταν δεν υπάρχει δουλειά, σπίτι, προοπτική και η μόνη παρουσία που έχει το κράτος είναι η αστυνόμευση θεωρείται νόμιμο να αμύνεσαι στη βία της εξουσίας». Ο Στέφαν Γιούνσον έχει ασχοληθεί ιδιαίτερα με παρόμοια γεγονότα το 1992 στο Λος Άντζελες, το 2010 στο Λονδίνο και το 2011 στο Παρίσι. Δεν αναφέρεται κάτι για το 2008 στην Αθήνα.
Κακοί χειρισμοί
Από τα όσα μου μετέφεραν φίλοι και συνάδελφοι, που ζουν και εργάζονται στη σουηδική πρωτεύουσα, εκπρόσωποι των Αρχών, αναλυτές και μέσα ενημέρωσης αναζητούν την αιτία του κακού, δεν υπερβάλουν. Θεωρούν δεδομένο ότι υπάρχει υπόβαθρο δυσαρέσκειας σε υποβαθμισμένες περιοχές, ότι οι άνεργοι νεαροί (8% σ’ αυτές τις περιοχές, 4% στην υπόλοιπη χώρα) δεν έχουν τι να κάνουν, ότι περιφέρονται στους δρόμους, ότι δεν υπάρχουν οργανωμένοι πυρήνες, ούτε πολιτικοί στόχοι, ότι το πρώτο βράδυ έγιναν κακοί χειρισμοί από την αστυνομία. Αλλά τέτοιο ξέσπασμα είναι κάτι που δεν περίμεναν. Ίσως γιατί οι «νέοι Σουηδοί πολίτες» δεν έχουν γαλουχηθεί με τις σοσιαλδημοκρατικές αρχές και την προτεσταντική ηθική. Ίσως γιατί οι εκσυγχρονιστές και οι νεοφιλελεύθεροι άφησαν να ανοίξει πολύ η ψαλίδα, ακόμα και στη Σουηδία.
Πηγή: Η Εποχή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.